επεσσεται

επεσσεται
    ἐπέσσεται
    эп. (= ἐπέσεται) 3 л. sing. к ἔπειμι См. επειμι I

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "επεσσεται" в других словарях:

  • ἐπέσσεται — ἔπειμι 1 sum fut ind mid 3rd sg (epic) ἐφίζω set upon aor subj mid 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) ἐπιέννυμι put on besides aor subj mid 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) ἐπιέννυμι put on besides fut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έπειμι — (I) ἔπειμι (Α) [ειμί] 1. είμαι, βρίσκομαι πάνω από κάποιον («κάρη ὤμοισιν ἐπείη», Ομ. Ιλ.) 2. (για ονόματα) είμαι, υπάρχω πάνω σε κάτι, προσυπάρχω («οὐκ ἔπεστι ἐπωνυμίη Περσέι», Ηρόδ.) 3. (για αμοιβές, ποινές) επακολουθώ («εἰ δ ἔπεστι νέμεσις»,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»